Καθολικότητα και πρωτείο στην Εκκλησία: σημερινές προκλήσεις

Από την αναφορά του Πρωτοσυγκελλεύων της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Μητροπολίτη κ. κ. Αντώνιου Πακάνιτς στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο «Καθολικότητα της Εκκλησίας: θεολογικές, κανονικές και ιστορικές διαστάσεις».

Τα τελευταία χρόνια στην ορθόδοξη θεολογία, η συζήτηση για τη σχέση της καθολικής αρχής και της πρωτοκαθεδρίας στην Οικουμενική Εκκλησία έχει επιδεινωθεί αισθητά. Σήμερα, ιεράρχες και θεολόγοι του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως διατυπώνουν μια ιδιαίτερη άποψη για την πρωτοκαθεδρία, η οποία προκαλεί σοβαρή κριτική από άλλες Τοπικές Εκκλησίες.

Με αρκετά σαφή μορφή, αυτή η έννοια του πρωτείουεκτίθεται σε μια σειρά από ομιλίες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και σε μια σειρά από επίσημα έγγραφα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και σε δημοσιεύσεις ιεραρχών και θεολόγων της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης (όπως π.χ. , για παράδειγμα, ο Μητροπολίτης Ιωάννης Ζιζιούλας, ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος Λαμπρινιάδης, ο Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Μανουσάκηςκαι άλλοι).

Η νέα έννοια του πρωτείουβασίζεται στην ιδέα ότι η πρωτοκαθεδρία και στα τρία επίπεδα της εκκλησιαστικής ζωής (επισκοπικό, τοπικό και οικουμενικό) έχει την ίδια φύση. Είναι χαρακτηριστικό αυτών των θεολόγων να κάνουν μια άμεση αναλογία μεταξύ εκκλησιολογίας και τριαδολογίας. Όπως στην Αγία Τριάδα υπάρχει το πρωτείο του Θεού Πατέρα (η μοναρχία του Πατέρα), έτσι και σε όλα τα επίπεδα της εκκλησιαστικής ζωής πρέπει να υπάρχει η προσωπική πρωτοκαθεδρία. Σε επισκοπικό επίπεδο, η μοναρχία του Πατέρα αντικατοπτρίζεται στη διακονία του επισκόπου, σε τοπικό επίπεδο - τη διακονία του επικεφαλής της Τοπικής Εκκλησίας και σε οικουμενικό επίπεδο - τη διακονία του Οικουμενικού Πατριάρχη. Από αυτό, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η πρωτοκαθεδρία σε παγκόσμιο επίπεδο δεν μπορεί να εκπροσωπείται από κανένα όργανο (δηλαδή την Σύνοδο). Πρέπει απαραίτητα να ενσωματώνεται στην προσωπικότητα. Ακόμη και όταν συγκεντρώνεται Οικουμενική Σύνοδος, προϋποθέτει αναγκαστικά ιεράρχη να προΐσταται των εργασιών της. Επομένως, ακόμη και μια Οικουμενική Σύνοδος καθίσταται αδύνατη χωρίς προσωπική πρωτοκαθεδρία.

Όπως είδαμε, στα διατάγματα των Οικουμενικών Συνόδων, βέβαια, υπάρχει μια διδασκαλία για την πρωτοκαθεδρία ορισμένων καθέδρων στην Οικουμενική Εκκλησία. Ωστόσο, πρώτα απ' όλα, αυτή η πρωτοκαθεδρία αναφέρεται ξεκάθαρα μόνο ως πρωτοκαθεδρία τιμής, και όχι πρωτοκαθεδρία εξουσίας. Επιπλέον, οι πατέρες τόσο της Β' όσο και της Δ' Οικουμενικής Συνόδου δηλώνουν ξεκάθαρα ότι αυτό το πρωτείοοφείλεται στην πολιτική άνοδο της Κωνσταντινούπολης. Πηγή δηλαδή της ιδιαίτερης τιμής που τιμήθηκε η έδρα της Κωνσταντινούπολης είναι η απόφαση της Οικουμενικής Συνόδου. Η Σύνοδοςπροικίζει σε αυτόν ή τον άλλον ιεράρχη τα πλεονεκτήματα.

Ωστόσο, οι οπαδοί της θεωρίας των ειδικών δικαιωμάτων του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως βλέπουν το θέμα διαφορετικά. Για παράδειγμα, ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος γράφει ευθέως ότι η διδασκαλία ότι ο Πρώτος Ιεράρχης της Οικουμενικής Εκκλησίας λαμβάνει τις εξουσίες του από τη Σύνοδο ισοδυναμεί με τον ισχυρισμό ότι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι η πηγή της μοναρχίας του Πατέρα. Από την άποψη του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου, η ιδέα της Συνόδου ως πηγής υπέρτατης εξουσίας στην Εκκλησία μπορεί να οδηγήσει σε διαστρέβλωση της δογματικής διδασκαλίας για την Αγία Τριάδα. Αρχιεπίσκοπος. Ο Ελπιδοφόρος επιμένει ότι η πρωτοκαθεδρία στην Οικουμενική Εκκλησία έχει αποκλειστικά θεϊκή κύρωση. Επιπλέον, αυτό δεν είναι μόνο η πρωτοκαθεδρία της τιμής, αλλά και η πρωτοκαθεδρία της ειδικής εξουσίας. Επομένως, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως στην Οικουμενική Εκκλησία δεν είναι ο πρώτος μεταξύ ίσων, αλλά ο πρώτος χωρίς ίσους.

 

Αυτή η κατανόηση της πρωτοκαθεδρίας συνεπάγεται επίσης μια ειδική θεώρηση του συστήματος των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Σήμερα ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επικρίνει με μεγάλη συνέπεια την ιδέα ότι η Παγκόσμια Ορθοδοξία είναι μια οικογένεια ισότιμων αυτοκέφαλων Εκκλησιών. Θεωρεί αυτή την άποψη «προτεσταντική ιδέα». Σε μια από τις συνεντεύξεις του το 2020, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος ζήτησε μάλιστα αναθεώρηση της Ορθόδοξης διδασκαλίας για την Εκκλησία προκειμένου να καθαριστεί από τέτοιες προτεσταντικές επιρροές: «Εμείς, οι Ορθόδοξοι, πρέπει να υποβάλουμε τον εαυτό μας σε αυτοκριτική και να αναθεωρήσουμε την εκκλησιολογία μας, αν δεν θέλουμε να γίνουμε ομοσπονδία προτεσταντικών εκκλησιών». Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επεσήμανε με σαφήνεια μια εναλλακτική σε μια τέτοια υποτιθέμενη προτεσταντική άποψη για την Εκκλησία: «Πρέπει να παραδεχτούμε ότι στην αδιαίρετη Οικουμενική Ορθοδοξία υπάρχει ένας «Πρώτος», όχι μόνο προς τιμή, αλλά και ο «Πρώτος» με ειδικά καθήκοντα και κανονικές εξουσίες που του εμπιστεύτηκαν οι ΟικουμενικέςΣύνοδοι».

Οι ειδικές εξουσίες που προσπαθεί να αφομοιώσει ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είναι, καταρχάς, το αποκλειστικό δικαίωμα να παραχωρεί αυτοκεφαλία σε άλλες Τοπικές Εκκλησίες, το ίδιο αποκλειστικό δικαίωμα να δέχεται προσφυγές από κληρικούς άλλων Τοπικών Εκκλησιών κατά δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν σεαυτές τιςΕκκλησίες και το δικαίωμα στην πνευματική φροντίδα για ολόκληρη την Ορθόδοξη διασπορά. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως επιμένει ότι έχει ειδική εξωεδαφική δικαιοδοσία και μάλιστα είναι επικεφαλής της Οικουμενικής Εκκλησίας. Αυτό, για παράδειγμα, αναφέρεται ευθέως στον Τόμο για την παραχώρηση αυτοκεφαλίας στη λεγόμενη «Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας».

Η θέση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι θεμελιωδώς διαφορετική. Στις 25 Δεκεμβρίου 2013, η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας υιοθέτησε το έγγραφο «Η θέση του Πατριαρχείου Μόσχας για το ζήτημα της πρωτοκαθεδρίας στην Οικουμενική Εκκλησία». Το έγγραφο αυτό τονίζει ότι η πρωτοκαθεδρία σε επισκοπικό, τοπικό και οικουμενικό επίπεδο έχει διαφορετική προέλευση και διαφορετική φύση. Πηγή της πρωτοκαθεδρίας του επισκόπου στην επισκοπή του είναι η «αποστολική διαδοχή που κοινωνείται μέσω χειροτονίας». Η πηγή της πρωτοκαθεδρίας στο επίπεδο της αυτοκέφαλης Εκκλησίας είναι «η εκλογή του αρχηγού επισκόπου από την Σύνοδο, που έχει πλήρη εκκλησιαστική εξουσία». Ως προς την πρωτοκαθεδρία στο επίπεδο της Οικουμενικής Εκκλησίας, η πηγή της είναι «η κανονική παράδοση της Εκκλησίας, καταγεγραμμένη στα ιερά δίπτυχα και αναγνωρισμένη από όλες τις αυτοκέφαλες Τοπικές Εκκλησίες». Οι κανόνες δεν προικίζουν την πρώτη προς τιμήν του επισκόπου στην Οικουμενική Εκκλησία με κανενός είδους εξουσία. Έτσι, τόσο η φύση της πρωτοκαθεδρίας στα διαφορετικά επίπεδα της εκκλησιαστικής ζωής όσο και οι λειτουργίες των επισκόπων που είναι προικισμένοι με την πρωτοκαθεδρία είναι διαφορετικές.

Το έγγραφο απορρίπτει θεμελιωδώς την ίδια την ιδέα της παρουσίας στην Εκκλησία ενός συγκεκριμένου «Οικουμενικού Επισκόπου» με ειδικές εξουσίες. Από τη σκοπιά της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, το πρωτείο τιμής του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως προβλέπει, για παράδειγμα, ότι κατά τις γενικές θείες ακολουθίες των Προκαθημένων των Τοπικών Εκκλησιών, του δίνεται το δικαίωμα να τις ηγείται. Επίσης στα διαεκκλησιαστικά φόρουμ, οι εκπρόσωποι του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως έχουν δικαίωμα στην προεδρία. Έτσι, το πρωτείο τιμής είναι ανάλογο του διπλωματικού πρωτοκόλλου, το οποίο ρυθμίζει την επικοινωνία μεταξύ Τοπικών Εκκλησιών, αλλά δεν εξυψώνει κάποιες Εκκλησίες έναντι άλλων.

Το έγγραφο αυτό της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας προκάλεσε αρνητική αντίδραση από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Τόσο ο ίδιος ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος όσο και άλλοι επίσκοποι της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης συνεχίζουν να επιμένουν στην ιδιαίτερη πρωτοκαθεδρία της εξουσίας του Οικουμενικού Πατριάρχη.

Οι προσπάθειες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να πραγματοποιήσει στην πράξη τις ιδιαίτερες εξουσίες του έχουν επανειλημμένα οδηγήσει σε συγκρούσεις στις σχέσεις μεταξύ των Τοπικών Εκκλησιών. Και η σημερινή βαθιά κρίση στην Παγκόσμια Ορθοδοξία προκαλείται από την αγενή παρέμβαση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στην εκκλησιαστική ζωή στην Ουκρανία. Επιπλέον, η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης δικαιολογεί αυτή την παρέμβαση με τις ίδιες ειδικές εξουσίες που φέρεται να έχει.

Πρέπει να πούμε με πλήρη ευθύνη ότι το δόγμα της πρωτοκαθεδρίας στην Οικουμενική Εκκλησία με τη μορφή που διατυπώνεται σήμερα από τους θεολόγους του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι απαράδεκτο για εμάς. Βλέπουμε ότι σήμερα αυτή η διδασκαλία έχει γίνει σοβαρή απειλή για την ενότητα της παγκόσμιας ορθοδοξίας. Επιπλέον, η εφαρμογή στην πράξη αυτής της κατανόησης της πρωτοκαθεδρίας οδηγεί στην υπονόμευση της αρχής της συμφιλίωσης στην εκκλησιαστική διακυβέρνηση.

Είναι και αρκετάσημαντικό για εμάς το γεγονός ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος απορρίπτει με συνέπεια όλες τις προτάσεις για μια από κοινού συζήτηση για τη δύσκολη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Ουκρανία. Για παράδειγμα, το 2019, η απευθείας έκκληση του Προκαθήμενου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, να συγκληθεί η Σύναξη των Προκαθημένων των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών για εξεύρεση τρόπων εξόδου από την κρίση, απορρίφθηκε από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. . Η πρωτοβουλία του Πατριάρχη Ιεροσολύμων να συναντήσει τους Προκαθημένους των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών στο Αμμάν το 2020 δεν υποστηρίχθηκε επίσης από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.

Опубликовано: Fri, 12/11/2021 - 12:02

Статистика

Всего просмотров 6,468

Автор(ы) материала

Социальные комментарии Cackle